Φοινικοστολος

Φοινικοστολος
    Φοινικόστολος
    Φοινῑκό-στολος
    2
    посланный финикиянами, финикийский или карфагенский
    

(ἔγχεα Pind.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "Φοινικοστολος" в других словарях:

  • φοινικόστολος — ον, Α αυτός που έχει σταλεί από τους Φοίνικες («Φοινικοστόλων ἐγχέων», Πίνδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < Φοῖνιξ, οίνικος «ο κάτοικος τής Φοινίκης» + στολος (< στόλος < στέλλω), πρβλ. ἀπό στολος] …   Dictionary of Greek

  • φοινικοστόλων — φοινικόστολος masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φοινικόστολα — φοινικόστολος neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φοινικοστόλων — Φοινῑκοστόλων , Φοινικόστολος masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φοινικόστολα — Φοινῑκόστολα , Φοινικόστολος neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»